Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

"Ο Ανδρέας που γνώρισα"

Ένα κείμενο του συνάδελφου Νίκου Μεγαδούκα για τον άνθρωπο, τον πολιτικό και το δημοσιογράφο Ανδρέα Χριστοδουλίδη.


Τον Ανδρέα Χριστοδουλίδη τον γνώρισα για πρώτη φορά πριν από 30 χρόνια.
Στις 26 Μαρτίου του 1982, στα τότε γραφεία του ΑΠΕ, στην οδό Ακαδημίας 20, όπου συστεγαζόταν μαζί με την ΕΣΗΕΑ.
Φοβισμένος και αμήχανος, στα 24 μου χρόνια, έψαχνα για δουλειά και με σύστησε στον Ανδρέα ένας παλιός φίλος, ο Μάκης Ζαρκάδης, που ήδη εργαζόταν στο διεθνές δελτίο του ΑΠΕ.
Ο Ανδρέας ψηλός, λιγομίλητος, βαρύς θα έλεγα, με εκείνα τα πελώρια γυαλιά που συνήθιζε να φορά εκείνα τα χρόνια, με δέχθηκε με ένα σφιγμένο χαμόγελο και αμέσως σιώπησε.
Σαν να μου έλεγε, «εσύ ζητάς δουλειά, για να σε δούμε».
Για μένα ήταν ένα σοκ.
Τρόμαξα.
Είχα, ήδη, πληροφορηθεί πως ήταν μέλος του τότε πανίσχυρου Εκτελεστικού Γραφείου του ΠΑΣΟΚ, είχα μάθει, σε γενικές γραμμές, για τη δράση του στον Κυπριακό αγώνα, αλλά και στη διάρκεια της δικτατορίας, κατά της χούντας των συνταγματαρχών.
Όλα αυτά ήταν αρκετά για να αρχίσω να ιδρώνω και να χάνω τα λόγια μου.
Δεν θυμάμαι τι του είπα, αλλά θυμάμαι καλά πως μπέρδευα αυτά που είχα προετοιμάσει να του πω κι αυτό επέτεινε το φόβο μου, ότι μάλλον δεν θα τα κατάφερνα.
Εκείνος, όμως, με κατάλαβε…



- Λοιπόν θα ξεκινήσεις δοκιμαστικά στο διεθνές δελτίο,  μου είπε.
Δεν αντιλήφθηκα αμέσως τι μου είπε κι έμεινα να τον κοιτάζω μέσα στην αμηχανία.
- Λοιπόν, από αύριο θα ξεκινήσεις δοκιμαστικά στο διεθνές δελτίο, μου επανέλαβε.
Ξεκίνησα, αλλά, στα τέλη Αυγούστου, με κάλεσε στο γραφείο του και μου ανακοίνωσε πως θα ήθελε να «περάσω» στο πολιτικό ρεπορτάζ. - Θα έχεις και ταξίδια με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρωθυπουργό και τον Υπουργό των Εξωτερικών, μου είπε, σαν  να  ήθελε να με «δελεάσει», αφού ήταν, για μια ακόμη φορά, εμφανής η ανησυχία μου, για κάτι τόσο δύσκολο και φυσικά τόσο άγνωστο σε  μένα.
Το «κακό» ήταν πως το πρώτο ρεπορτάζ, που μου ανατέθηκε να καλύψω, ήταν η ταυτόχρονη επίσκεψη στην Αθήνα του Προέδρου της Γαλλίας Φρανσουά Μιττεράν και του Παλαιστίνιου ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ.
Ο Ανδρέας δεν διανοήθηκε ποτέ, απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, να παρακάμψει ούτε την αξιοκρατική λογική, ούτε αυτά που συνηθίζουμε να λέμε θεσμικά, ούτε φυσικά τους κανόνες.
Όταν, πολλά χρόνια μετά την ένταξή μου στο ΑΠΕ, έμαθα, όχι φυσικά από τον ίδιο, ότι αντέδρασαν στην απόφασή του να με «περάσει» στο πολιτικό ρεπορτάζ, συνάδελφοι, οι οποίοι υποστήριζαν το κόμμα στο οποίο εκείνος ήταν ηγετικό στέλεχος (καθώς γνώριζαν ότι εγώ δεν ήμουν «δικός τους») εκείνος με παγερό ύφος, τους απάντησε πως η επιλογή του δεν ήταν πολιτική, αλλά αξιοκρατική.
Το ίδιο, άλλωστε, έπραξε κι αργότερα, όταν «πέρασε» στο πολιτικό ρεπορτάζ, έναν ακόμη συνάδελφο, τον Πέτρο Στάγκο, ο οποίος είχε διατελέσει ηγετικό στέλεχος κόμματος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Ο Ανδρέας δεν έκανε ρουσφέτια, ούτε και ήθελε να του κάνουν ρουσφέτια.
Κάτι τέτοιο ήταν εκτός της νοοτροπίας του, εκτός της στάσης ζωής του.
Και το τήρησε μέχρι τέλους, ακόμη κι όταν τον είδαμε μαζί με δύο άλλους συναδέλφους στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο, σε ένα ράντζο σε έναν διάδρομο.
- Μην διανοηθείτε να τηλεφωνήσετε σε κανέναν, μας είπε κοφτά.
Αγνοήσαμε την «διαταγή» του και τελικά βρέθηκε δωμάτιο νοσηλείας.
Έγινε έξαλλος σαν το κατάλαβε και μας κατσάδιασε.
Ο Ανδρέας ήταν απολύτως τυπικός, απολύτως θεσμικός, δεν πουλούσε ποτέ φίλους και συνεργάτες, όπως δεν διανοήθηκε ποτέ να «πουλήσει» τους παλιούς του συντρόφους, ακόμη κι όταν εκείνοι τον πρόδωσαν.
- «Αφού έχεις χαρτιά και στοιχεία εναντίον τους, γιατί δεν τα χρησιμοποιείς»;
Αυτή ήταν η προτροπή μας, κάποιων συναδέλφων και φίλων του, όταν λίγα χρόνια μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, ξέσπασε ένας ανήθικος πόλεμος λάσπης εναντίον του Ανδρέα, από κάποιους συντρόφους του μέσα από το ΠΑΣΟΚ, με τη «συνδρομή»,όπως γράφτηκε στον Τύπο, και της τότε ΚΥΠ.
- «Εγώ δεν είμαι σαν αυτούς», μας απάντησε ήρεμα, αλλά με έκδηλη την απογοήτευση από την προδοσία.
Στη συνέχεια παραιτήθηκε από το ΑΠΕ και οδηγήθηκε σε παραίτηση από το ΕΓ του ΠΑΣΟΚ.
Κι έφυγε.
Θυμάμαι πως 108 συνάδελφοι στο ΑΠΕ εκδώσαμε ένα κείμενο συμπαραστάσεως στον Ανδρέα το οποίο μεταδόθηκε «πραξικοπηματικά» από το Πρακτορείο, σε πείσμα της τότε ηγεσίας του υπουργείου Τύπου.
Τις ημέρες εκείνες ο Πέτρος Στάγκος προχώρησε σε σχετικό «διάβημα» προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, μάλλον στη Βουδαπέστη, στο περιθώριο ενός ταξιδιού του τότε πρωθυπουργού, για να λάβει την κοφτή απάντηση:
- «Η απόφαση είναι ειλημμένη, Πέτρο».
Δηλαδή, η καρατόμηση του Ανδρέα Χριστοδουλίδη.
Μετά από λίγο καιρό ο Ανδρέας πήγε στο Λονδίνο, όπου αντιμετώπισε και καρδιακό πρόβλημα.
- «Εγώ δεν θα πουλήσω τον Πρόεδρο», επέμενε να μας λέει, εννοώντας τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Ανδρέας με έμαθε πως ο επικεφαλής δεν «πουλάει», ούτε αφήνει εκτεθειμένους τους υφισταμένους και τους συνεργάτες του.
Θυμάμαι, λοιπόν, σε μια περιοδεία του Ανδρέα Παπανδρέου στα Γιάννενα, κρυολόγησα και δεν μπόρεσα να καλύψω μία ομιλία του τότε πρωθυπουργού σε μια κομματική εκδήλωση, με αποτέλεσμα το ΑΠΕ να μείνει εκτεθειμένο.
Την επόμενη μέρα, ο μακαρίτης ο Δημήτρης Μαρούδας, τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος, ζήτησε την απομάκρυνσή μου, από το πολιτικό ρεπορτάζ του ΑΠΕ.
Ο Ανδρέας του απάντησε πως ο ίδιος, μου είχε δώσει εντολή να μην καλύψω το θέμα, προβάλλοντας ως «δικαιολογία» (σ.σ. η λέξη με πολλά εισαγωγικά) ότι ο τότε πρωθυπουργός μιλούσε σε κομματική εκδήλωση και συνεπώς δεν ήταν απαραίτητο να μεταδοθεί η ομιλία του από το εθνικό πρακτορείο.
Όμως, με κάλεσε στο γραφείο του και με «πέρασε γενεές δεκατέσσερις».
Την ίδια στάση τήρησε ο Ανδρέας, όταν σε μια επίσημη επίσκεψη του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας στη Λισαβόνα, είχα μια λεκτική αντιδικία με τον κ. Χρήστο Σαρτζετάκη, με αποτέλεσμα, όπως έμαθα,  να έχω πρόβλημα στις σχέσεις μου με το Προεδρικό Μέγαρο.
Τον ενημέρωσα σχετικώς, του είπα το πρόβλημα και η απάντησή του ήταν σαφής:
- Και στο επόμενο ταξίδι του Προέδρου, εσύ θα τον συνοδεύσεις.
Ο Ανδρέας ήθελε να δίνει πάντοτε ευκαιρίες σε νέους ανθρώπους, η δε περίπτωσή μου ήταν χαρακτηριστική.
Κι ενώ στο ΑΠΕ την εποχή εκείνη οι βασικοί πολιτικοί συντάκτες ήταν οι μακαρίτες πια (και μεγάλοι δάσκαλοί μου στη δημοσιογραφία) Παύλος Καμβύσης και Θύμιος Παπαγεωργίου, ο Ανδρέας, με τη σύμφωνη γνώμη τους, επέλεξε, το 1982, να με διαπιστεύσει στο Προεδρικό Μέγαρο, για να καλύπτω το σχετικό ρεπορτάζ.
- «Μα πως θα αντιμετωπίσω τον Κωνσταντίνο Καραμανλή», τον ρώτησα έντρομος.
- «Θα τα καταφέρεις, σου έχω εμπιστοσύνη», μου απάντησε με σταθερό και επίμονο ύφος
Τα πρώτα χρόνια, του μιλούσα πάντα στον πληθυντικό, όχι μόνο από σεβασμό στη θέση του ως διευθυντή μου, αλλά και γιατί τον θεωρούσα εμβληματική μορφή, λόγω της θητείας του, ήδη από παιδί,  στον Κυπριακό αγώνα, όσο και για την αντιστασιακή δράση του στη διάρκεια της χούντας, πόσο μάλλον που, όπως έμαθα αργότερα, είχε μείνει έγκλειστος στα διαβόητα γερμανικά «λευκά κελιά».
Ωστόσο, σε μια διαφωνία που είχαμε, για κάποιο πολιτικό θέμα και τη δημοσιογραφική του κάλυψη, οι τόνοι ανέβηκαν και ήταν αστείο να μιλώ σε υψηλούς τόνους και να του απευθύνομαι στον πληθυντικό.
- «Δεν τον κόβεις τον πληθυντικό», μου είπε. «Επίθεση και πληθυντικός δεν ταιριάζουν».
Και βάλαμε τα γέλια…
Συνέχισα τον συναντώ, μετά την πρώτη αποχώρησή του από το ΑΠΕ, όταν επέστρεψε στην Ελλάδα από το Λονδίνο κι είχε αρχίσει να εργάζεται στις επιχειρήσεις του μακαρίτη του Χρήστου Τεγόπουλου στην «Ελευθεροτυπία».
Μετά πήγε στην ΕΡΤ.
Με κάλεσε να αναλάβω αρχισυντάκτης του πολιτικού ρεπορτάζ στη δημόσια τηλεόραση.
- «Θέλω να με βοηθήσεις», μου είπε.
Φοβήθηκα την τηλεόραση. Βασανίστηκα μέχρι να του πω το «όχι», αλλά νομίζω πως το κατάλαβε και με δικαιολόγησε.
Μετά από λίγο καιρό εκείνος παραιτήθηκε από Πρόεδρος της ΕΡΤ.
Πώς να αντέξει τις έξωθεν παρεμβάσεις;
Έφυγε και επέστρεψε στην Κύπρο.
Ανέλαβε να «στήσει» τον πρώτο ιδιωτικό ραδιοσταθμό στο Νησί.
Μου πρότεινε τη θέση του ανταποκριτή του σταθμού στην Αθήνα και μου «άνοιξε» το δρόμο στην κυπριακή αγορά των ΜΜΕ, ένα δρόμο που διήρκεσε 17 χρόνια…
Σε κάποια συζήτησή μας στην «πράσινη γραμμή» στη Λευκωσία, τον ρώτησα γιατί δεν επιστρέφει στην πολιτική.
- «Εγώ τέλειωσα με την πολιτική», ήταν απάντησή του.
Μετά ήλθε το μεγάλο σοκ για τον Ανδρέα και την Αστέρω.
Ο Θάνατος του Αντώνη. Το Σεπτέμβριο του 1992.
Νομίζω πως δεν το ξεπέρασε ποτέ. Άλλωστε, ένας τέτοιος θάνατος δεν ξεπερνιέται ποτέ.
Έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά.
Και το 1993 επέστρεψε στο ΑΠΕ, μετά το come back του Ανδρέα Παπανδρέου.
Μου πρότεινε τη θέση τού ενός από τους (τότε δύο) διευθυντές συντάξεως του ΑΠΕ, αλλά και πάλι του το αρνήθηκα.
- «Μα αν δεν αναλάβουν υπεύθυνες θέσεις νέοι και ικανοί συνάδελφοι πως θα προχωρήσουμε;», μου είπε.
Δεν είχα τι να του απαντήσω.
Με τοποθέτησε αρχισυντάκτη του πολιτικού τμήματος.
- «Θέλω να ξέρεις πως αν για το καλό του ΑΠΕ χρειαστεί να διώξω κάποιους, στο πλαίσιο περικοπών, θα είσαι από τους πρώτους», μου είπε κάποια στιγμή. «Ξεκινάς από αυτούς που οι άλλοι θεωρούν πως είναι οι δικοί σου άνθρωποι», πρόσθεσε.
Ο Ανδρέας είχε αισθανθεί προδομένος από τους συντρόφους του στο ΠΑΣΟΚ, είχε χάσει τον Αντώνη και είχε τελειώσει με την πολιτική.
Όμως, ποτέ δεν τον άκουσα να λέει άσκημες κουβέντες, ακόμη  και για εκείνους, που γνώριζε πως τον πούλησαν, φυσικά δε ποτέ δεν τον άκουσα να λέει κάτι εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου, αν και κάποιες στιγμές «στράβωνε» το πρόσωπό του, αν έκρινε πως ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ είχα κάνει λάθος.
Έριξε όλο του το βάρος κι όλο του το κύρος στο ΑΠΕ, στην αναδιοργάνωση, την ανασυγκρότησή του και στην αποκοπή του ομφάλιου λώρου που το συνέδεε με την εκάστοτε κυβέρνηση, προωθώντας νέες υπηρεσίες, νέα προγράμματα για το Πρακτορείο και κυρίως νέους ανθρώπους, ακόμη και σε δύσκολες θέσεις ή αποστολές.
 Νομίζω πως δεν νοιάστηκε ποτέ του, ίσως από μια έμφυτη συστολή, να βγαίνει μπροστά.
Προτιμούσε να μένει πίσω.
Και γι’ αυτό, ίσως, δεν αποδέχθηκε προτάσεις – εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω – να αναλάβει υπουργικά καθήκοντα είτε στην Ελλάδα, είτε στην Κύπρο.
Ο Ανδρέας δεν μιλούσε σχεδόν ποτέ, ή κι αν το έκανε, το έκανε ελάχιστα και πολύ αφαιρετικά, για την δράση του στην Κύπρο, στην αντίσταση κατά της Χούντας και για το ΠΑΣΟΚ κι όταν έλεγε κάτι έπρεπε στη συνέχεια να ψάχνεις από αλλού για να καταλάβεις τι ήθελε να πει.
Πριν από λίγο καιρό τον ρώτησα, λόγω των δικών μου ιστορικών εμμονών, τι έχει απογίνει το αρχείο του.
Χαμογέλασε και μου απάντησε πως όπως δεν «μιλάει» ο Αντώνης Λιβάνης, έτσι δεν πρόκειται να μιλήσει κι εκείνος.
Προφανώς, διακατεχόταν από τη λογική, που μου είχε πει κι ένα άλλο ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, ότι, δηλαδή,  «ή τα γράφεις και τα λες όλα -  και τα καλά και κακά - ή δεν γράφεις τίποτα».
Ο Ανδρέας με τίμησε με τη φιλία του και την αγάπη του όλα αυτά τα χρόνια της γνωριμίας και της συνεργασίας μας.
Και τώρα ήλθε το τέλος του.
Δεν ξέρω πώς να κλείσω αυτό το προσωπικό σημείωμα για έναν άνθρωπο, ο οποίος μου «άνοιξε το δρόμο» στη δημοσιογραφία, για ένα άνθρωπο που συμβολίζει για μένα μιαν ολόκληρη εποχή, για έναν άνθρωπο που το φευγιό του συμβολίζει το τέλος μιας εποχής, κατ’ αρχήν για μένα και την επαγγελματική μου ζωή, για έναν άνθρωπο, ο οποίος  με σημάδεψε, για έναν άνθρωπο που (θέλω να ελπίζω πως το ένοιωσε όταν του είπα λίγες μέρες πριν «φύγει») τον αισθάνομαι σαν τον πνευματικό μου πατέρα.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου