Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

Απάντηση εκπροσώπου για εφοπλιστές

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί απάντηση στην προηγούμενη ανάρτηση.

Μία αιδώς που επιστρέφεται

Τόσο ο Δ. Καρακώστας όσο και εγώ δεν αναφερθήκαμε σε πρόσωπα, αλλά σε λογικές. Γι’ αυτό στην πρώτη ανάρτηση δεν υπάρχουν διόλου ονόματα –η ονοματολογία δεν είναι δική μου επιλογή και την απεχθάνομαι ειδικά από την εποχή των κατάπτυστων e-mail.
Τον συνάδελφο Π. Τσιριγώτη τον εκτιμώ και γνωρίζω από πρώτο χέρι την αξιέπαινη δουλειά του. Αν ήθελα να καταγγείλω πρόθεση στη συγκεκριμένη είδηση, να είστε σίγουροι ότι θα το είχα κάνει. Αν ωστόσο ο ίδιος πικράθηκε από την ανάρτησή μου, τότε του ζητώ συγνώμη, αλλά αυτό δεν αφορά την «ταμπακιέρα»: το δημοσίευμα ήταν προβληματικό διότι παρουσίαζε ως δεδομένη αλήθεια την συνεισφορά 154 δισ. ευρώ εκ μέρους των εφοπλιστών την περασμένη δεκαετία με την επίκληση μιας «αδημοσίευτης μελέτης ενός [μη κατονομαζόμενου] οικονομικού ινστιτούτου». Και την ευθύνη γι’ αυτό την έχει, όπως παντού, ο αρμόδιος αρχισυντάκτης. Μάλιστα απορώ πώς, παρά την εμπειρία σας, κ. Δρόσο, επιμένετε να μην αντιλαμβάνεστε το πρόβλημα της παραπάνω διατύπωσης της είδησης. Γιατί, εν προκειμένω, συμβαίνει αυτό για το οποίο κατηγορείτε εμένα: συγχέονται οι προσωπικές πολιτικές πεποιθήσεις, με τη διαδικασία αποτύπωσης της ειδησεογραφίας. Ειδικά όταν εμφανίζεται το ΑΜΠΕ να υιοθετεί τα αιτήματα των εφοπλιστών («δεν υπάρχει το αναγκαίο πλαίσιο πολιτικής που θα μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες ικανές, ώστε οι ναυτιλιακές εταιρείες να πληρώνουν στην Ελλάδα, για παρεχόμενες υπηρεσίες σε άλλες χώρες» γράφουμε ως ΑΜΠΕ).

Σε πολλά από τα ψηφίσματα των συνελεύσεών μας έχουμε αναφερθεί στην αναγκαιότητα για ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα του ΑΜΠΕ. Σε αυτή την κατεύθυνση είναι και η μόνη παραίνεση που κάνω προς τους συναδέλφους: παρακαλώ για την όσο το δυνατόν περισσότερη ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα στη μετάδοση των ειδήσεων, ακριβώς γιατί αυτό είναι ό,τι καλύτερο έχουμε να «πουλήσουμε». Εκεί στοχεύει και η εκ των υστέρων κριτική για δημοσιεύματα του ΑΜΠΕ. Και φυσικά αυτό, κ. Δρόσο, δεν συνιστά απόπειρα λογοκρισίας. Απόπειρα λογοκρισίας είναι, όπως καλά γνωρίζετε, η εκ των προτέρων απόπειρα απαγόρευσης δημοσίευσης ή η απόπειρα ουσιαστικής αλλαγής ενός κειμένου παρά τη θέληση του συντάκτη. Στην προκειμένη περίπτωση το κείμενο δημοσιεύθηκε αυτούσιο και αναπαράχθηκε από πλειάδα ΜΜΕ και η συζήτηση άνοιξε μετά.
Επί της ταμπακιέρας: Στις πολιτικοοικονομικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην Ελλάδα και ειδικά αναφορικά με τη λίστα Λαγκάρντ, κάθε είδηση που αφορά τα μακροοικονομικά είναι ευαίσθητη. Εγώ θεωρώ, πέρα από τις πολιτικές μου απόψεις, ότι το ΑΜΠΕ τουλάχιστον –δεν με ενδιαφέρει εδώ τι κάνουν τα άλλα μέσα– δεν πρέπει να παίρνει θέση. Κανείς δεν αμφισβήτησε το μέρος του επίμαχου τηλεγραφήματος στο οποίο αναφέρεται η συμφωνία για τα 200 εκατ. ευρώ. Επρόκειτο για γεγονός, μας αρέσει δεν μας αρέσει. Επίσης κανείς δεν θα αμφισβητούσε την αντικειμενικότητα ολόκληρου του τηλεγραφήματος αν η προπαγάνδα των εφοπλιστών (γιατί περί προπαγάνδας πρόκειται) έμπαινε σε εισαγωγικά και αποδιδόταν σε αυτούς. Αν, δηλ., αναγραφόταν ποιο είναι αυτό το ινστιτούτο που ανακάλυψε τα 154 δισ., ή αν γινόταν επίκληση της δήλωσης που είχε κάνει ο κ. Πικραμμένος τον Ιούνιο (οι αναγνώστες δεν είναι υποχρεωμένοι να το θυμούνται). Εκτός αν, για εσάς, οι δηλώσεις Πικραμμένου θεωρούνται η αντικειμενική αλήθεια. Επίσης αν αποδιδόταν στους εφοπλιστές ο ισχυρισμός πως «δεν υπάρχει το αναγκαίο πλαίσιο πολιτικής που θα μπορούσε να δημιουργήσει συνθήκες ικανές, ώστε οι ναυτιλιακές εταιρείες να πληρώνουν στην Ελλάδα, για παρεχόμενες υπηρεσίες σε άλλες χώρες».
Το –πριν από 15 χρόνια– πόνημα του κ. Μαρίνου, ενός ακραιφνούς νεοφιλελεύθερου ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, φαντάζομαι έρχεται ως απάντηση στο κείμενο του κ. Καρακώστα. Καλοδεχούμενο, ως ιδεολογικοπολιτική απάντηση. Τα συμπεράσματα της αντιπαράθεσης ανήκουν στους αναγνώστες, αλλά μη λυπάστε τόσο πολύ τους εφοπλιστές.
Κλείνοντας: Λόγω της θέσης μου δέχομαι συχνά πολιτική και συνδικαλιστική κριτική από συναδέλφους. Πολλές φορές έχω πράγματι άδικο –αυτό είναι φυσιολογικό. Όμως τέτοια κριτική και μάλιστα με προσωπική αιχμή («ντροπή σας») δεν δέχομαι, ειδικά από εσάς κ. Δρόσο. Οι προσπάθειές μου, μαζί με τους άλλους δύο συνδικαλιστικούς εκπροσώπους, για διάσωση του πρακτορείου, των θέσεων εργασίας και των μισθών μας, από τις διαθέσεις της τρόικας και των εντολοδόχων τους στην Ελλάδα, ήταν διαρκείς και άοκνες. Γι’ αυτό απορώ πώς τολμάτε να τις σπιλώνετε και να με εμφανίζετε ότι εναντιώνομαι με τη στάση μου στο σύνολο των συναδέλφων του ΑΜΠΕ και στα συμφέροντά τους. Ειδικά εσείς που έχετε προτείνει δημόσια (τηλεόραση ΣΚΑΪ, 9/9/2011) τη συρρίκνωση των δημόσιων οργανισμών και την ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ, με ό,τι προφανώς σημάνει αυτό για τους υπαλλήλους, ως τη μοναδική λύση στο πρόβλημα της χώρας!

Μετά τιμής (διότι σέβομαι τους συναδέλφους, παρά τις χαώδεις πολιτικές μας διαφορές),
Πέτρος Τσάγκαρης


Υ.Γ.: Προφανώς οι Έλληνες εφοπλιστές δεν κράτησαν εντός Ελλάδας τα 154 δισ., την περασμένη δεκαετία λόγω του «σοβιετικού καθεστώτος» που είχαν επιβάλει ο Σημίτης, ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου